ἐρυθροβαφῆ

ἐρυθροβαφῆ
ἐρυθροβαφής
red-dyed
neut nom/voc/acc pl (attic epic doric)
ἐρυθροβαφής
red-dyed
masc/fem/neut nom/voc/acc dual (doric aeolic)
ἐρυθροβαφής
red-dyed
masc/fem acc sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Μουσείο Σύμης — Το διαχρονικό μουσείο της ακριτικής Σύμης στεγάζεται σε ένα τυπικό αρχοντικό της οικογένειας Φαρμακίση που αποτελείται από τρεις αίθουσες και τον χώρο υποδοχής. Στη βοτσαλωτή αυλή του αρχοντικού εκτίθενται αρχαία και παλαιοχριστιανικά γλυπτά… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”